Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 και η παγκόσμια σημασία της

Ο Ρόντρικ Μπίτον και η τρίτη εκδοχή για την Επανάσταση του 1821, protagon.gr

Στο βιβλίο του «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 και η παγκόσμια σημασία της» ο σπουδαίος ελληνιστής συγγραφέας που έρχεται να μιλήσει στην Αθήνα, συνοψίζει όλα αυτά που πιθανότατα ξεχνούμε ή δεν έχουμε αφομοιώσει ακόμη. Οπως το γεγονός ότι ο ελληνικός ξεσηκωμός αποτέλεσε σημείο καμπής της «εποχής των Επαναστάσεων»
Γράφει ο Πάυλος Ηλ. Αγιαννίδης στο protagon.gr
Στην περίφημη εγκυκλοπαίδεια Britannica, στα κεφάλαια των Μεγάλων Πολέμων στον Κόσμο, αφού καταγραφούν η Μάχη του Μαραθώνα, η Ναυμαχία της Σαλαμίνας κι έπειτα μεγάλοι πόλεμοι στη ρωμαϊκή, στη βυζαντινή εποχή και στον Μεσαίωνα, καταγράφεται σε ένα «ευρύχωρο» κεφάλαιο η Ελληνική Επανάσταση του 1821. Eκπληξη: Δεν αναφέρονται στο ίδιο εδάφιο οι μάχες του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
      Μου το επισήμανε πρόσφατα ο σκηνοθέτης (της κινηματογραφικής «Ρόζας» – και όχι μόνον) Χριστόφορος Χριστοφής, που το διαπίστωσε διαβάζοντας για την παράσταση της όπεράς του, σε μουσική Νίκου Ξανθούλη, «Το κάλεσμα του Προμηθέα – 1821», στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (έως το Σάββατο που μας πέρασε).
      Για κάποιο λόγο θα γίνεται αυτό, σκέφτηκα. Κάτι έχουμε παρανοήσει ή υποτιμήσει, ασχολούμενοι κυρίως με τους ήρωες όπως ο Κολοκοτρώνης και ο Καραϊσκάκης στην επέτειο των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση, εδώ, στην ημεδαπή. Διότι οι «έξω» κάτι άλλο βλέπουν. Μια σημαντικότητα, που ίσως ήρθε καιρός να την ενστερνιστούμε για αυτή την ελληνική επανάσταση.
      Και ήρθε και ένας πολύ σημαντικός μελετητής της ελληνικής Ιστορίας –και όχι μόνον–, ο Σκωτσέζος Ρόντρικ Μπίτον, να μου επιβεβαιώσει όσα υπέθετα ότι υποτιμούμε μάλλον. Το βιβλίο του «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 και η παγκόσμια σημασία της» (The Greek Revolution of 1821 and its Global Significance), από τις Εκδόσεις Αιώρα, σε μετάφραση της Δέσποινας Κανελλοπούλου, τα συνοψίζει όλα αυτά που πιθανότατα ξεχνούμε ή δεν έχουμε αφομοιώσει ακόμη, σε μόλις 96 σελίδες.
«Η πραγματική σημασία της Ελληνικής Επανάστασης διαστρεβλώνεται διπλά. Η πραγματικότητα είναι πως ήταν το πρώτο επιτυχημένο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα στον Παλαιό Κόσμο. Μετά τις ΗΠΑ, παράλληλα με τα παρεμφερή κινήματα στη Νότια Αμερική και πριν από τις πιο οικείες σε εμάς εθνικές “ενοποιήσεις” στην ευρωπαϊκή ήπειρο», σημειώνει εμφατικά ο σπουδαίος καθηγητής στην Eδρα Κοραή Νεοελληνικής και Βυζαντινής Ιστορίας, Γλώσσας και Φιλολογίας στο King’s College London και αργότερα διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών του, Ρόντρικ Μπίτον. Ο άνθρωπος που για το διδακτορικό του, μετά τις σπουδές στην Αγγλική Φιλολογία, στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, επέλεξε ως θέμα το ελληνικό δημοτικό τραγούδι. Και έγραψε βιβλία θεμελιώδη για την Ελλάδα: «Ελλάδα: Βιογραφία ενός σύγχρονου έθνους (εκδ. Πατάκη, 2020, Runciman Award 2021 της Anglo-Hellenic League για το 2021), μια «Εισαγωγή στη νεότερη ελληνική λογοτεχνία (Νεφέλη, 1996) και «Γιώργος Σεφέρης: περιμένοντας τον άγγελο» (Ωκεανίδα, 2003), αλλά και για τον «Πόλεμο του Μπάιρον: ρομαντική εξέγερση, Ελληνική Επανάσταση» (Πατάκης, 2016).
Το έγραψε αυτό και το κοινώνησε σε διαλέξεις του (όπως αυτή που θα δώσει στην Αθήνα, τη Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2021), απορρίπτοντας τις δύο εκδοχές που «κυκλοφορούν» για την Ελληνική Επανάσταση: Μία «που αντιμετωπίζει την ελληνική περίπτωση ως περιθωριακή και αμφίβολης σημασίας». Και μία, «που την αποκόπτει από το ευρύτερο πλαίσιο του 19ου αιώνα και την εντάσσει σε ένα άλλο, συνδέοντάς την απευθείας με τον αρχαίο κόσμο».
Δύο παρανοήσεις, λοιπόν, κύριε Μπίτον; «Το ιδεολογικό πλαίσιο είχε στηθεί στη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα, κυρίως από γαλλόφωνους και γερμανόφωνους διανοητές. Οι Eλληνες δεν επινόησαν το εθνικό κράτος. Oμως στην Ελλάδα ήταν η πρώτη φορά που επιχειρήθηκε αυτό το πείραμα στην Ευρώπη.
      »Oπως αποδεικνύεται, η έκβαση της Ελληνικής Επανάστασης αποτέλεσε σημείο καμπής για την αλλαγή ολόκληρου του γεωπολιτικού χάρτη της ευρωπαϊκής ηπείρου, αφετηρία της μετατόπισης από το μοντέλο των πολυεθνικών, απολυταρχικών αυτοκρατοριών που επικρατούσε τον 18ο αιώνα προς το μοντέλο της αυτοδιάθεσης των εθνικών κρατών που επικράτησε τον 20ό αιώνα – με αντίκτυπο και σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου».
      Πώς συνέβη αυτό; Τι ήταν αυτό που χαρακτήριζε τα γεγονότα στην Ελλάδα, τη δυναμική και τις ιδεολογίες της σύγκρουσης; «Κατά τη γνώμη μου, η απάντηση συνοπτικά είναι πως η ελληνική εξέγερση ήταν εξαρχής κάτι παραπάνω από ένα τοπικό ζήτημα. Εμπλέκονταν ευρύτερα συμφέροντα και ευρύτερες προοπτικές, παράλληλα με τα (πραγματικά) δεινά και –αφότου είχε ξεκινήσει η αιματοχυσία– την επιτακτική ανάγκη των ανθρώπων που ζούσαν εκεί να σώσουν τη ζωή τους και ό,τι μπορούσαν από το βιός τους».
      Από αυτή την άποψη, τονίζει στο βιβλίο του ο Ρόντρικ Μπίτον, «είναι πολύ σημαντικό να συγκρίνουμε την ελληνική εξέγερση με όσα συνέβησαν στη Σερβία το 1804, αλλά και το 1815. Εκ των υστέρων, οι σερβικές εξεγέρσεις θεωρήθηκαν επίσης εθνικός αγώνας· και, πράγματι, οι συνέπειές τους οδήγησαν σταδιακά σε έναν τέτοιο αγώνα.
      » Αλλά ακόμα και όταν παραχωρήθηκε στη Σερβία ένας βαθμός αυτονομίας το 1817, η σύγκρουση είχε ελάχιστη απήχηση έξω από τα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας· ούτε άλλαξε τα εξωτερικά της σύνορα ούτε, κατ’ ουσίαν, την ίδια την αυτοκρατορία. Η Σερβία κατέκτησε την ανεξαρτησία της μόλις το 1878, μισό αιώνα αργότερα από την Ελλάδα. Κατά την άποψή μου, ο λόγος είναι ότι οι Σέρβοι πολέμησαν μόνοι τους· οι Eλληνες όχι».
      Oταν κοιτάς λεπτομερέστερα τη διεθνή διάσταση της Ελληνικής Επανάστασης, σημειώνει ο σκωτσέζος καθηγητής, «ο στόχος δεν είναι να υποτιμηθεί ούτε στο ελάχιστο η ανδρεία, η στρατηγική ευφυΐα ή η χαλύβδινη αποφασιστικότητα των Ελλήνων που πολέμησαν στην πρώτη γραμμή».
      Οι ιστορίες τους έχουν ειπωθεί πολλές φορές, ειπώθηκαν και στη διάρκεια της 200ής επετείου από την Επανάσταση και θα ειπωθούν ξανά στο μέλλον. «Δίχως τις πράξεις και την επιμονή τους, δεν θα είχε υπάρξει διεθνής διάσταση. Μήπως, όμως, χωρίς έξωθεν βοήθεια ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ή ο Οδυσσέας Ανδρούτσος κατέληγαν σαν τον Καραγεώργεβιτς της Σερβίας ή τον Μίλος Οβρένοβιτς ή σαν τους Ηγεμόνες της Σάμου από το 1834 ως το 1912 – αποκτούσαν δηλαδή την τοπική ηγεμονία του Μοριά ή της Ρούμελης αντίστοιχα, παραμένοντας όμως υποτελείς του Οθωμανού σουλτάνου; Η διαφορά, πιστεύω, έγκειται ακριβώς στη διεθνή διάσταση».
Υπάρχει, όμως, και το κεφάλαιο Φιλελληνισμός στις σκέψεις του Ρόντρικ Μπίτον:
«Στην Ευρώπη, καμία κυβέρνηση δεν δεχόταν να ασχοληθεί με τους εξεγερμένους. Αλλά δεν ίσχυε το ίδιο για συγκεκριμένα άτομα και ομάδες άσκησης πίεσης σε αρκετές χώρες.
      » Στην Ελλάδα έφτασαν εθελοντές από κάθε γωνιά της ευρωπαϊκής ηπείρου, ακόμα και από την Αμερική, οι «φιλέλληνες». Hταν πιθανότατα η πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία που τόσο πολλοί άνθρωποι από τόσο πολλές διαφορετικές χώρες και κοινωνικά στρώματα άφησαν το σπίτι τους για να πολεμήσουν στον πόλεμο κάποιου άλλου, χωρίς να τους αναγκάζει κανένας να το πράξουν και (στη συντριπτική πλειονότητά τους) χωρίς καμία απολύτως προσδοκία μισθοφορικού κέρδους.
      » Μάλιστα, ιδίως τα πρώτα χρόνια, οι αρχές των χωρών καταγωγής τους έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να τους εμποδίσουν να φύγουν, από φόβο μην εξαπλωθεί αυτό που σήμερα θα αποκαλούσαμε «ριζοσπαστικοποίηση».
      Eχει διατυπωθεί η άποψη πως αυτοί οι εθελοντές, μαζί με τους πολλαπλάσιους υποστηρικτές του φιλελληνικού κινήματος στις χώρες τους, ήταν οι πρωτεργάτες του μεταγενέστερου φαινομένου της ανθρωπιστικής παρέμβασης. «Oμως η αλήθεια είναι ότι πήγαν στην Ελλάδα για να πολεμήσουν για κάτι που πίστευαν πως ήταν δικό τους, κάτι στο οποίο πίστευαν πως η κοινωνία τους και η κυβέρνησή τους θα έπρεπε να μετάσχουν ενεργά».
      Για να καταλάβουμε τι ήταν αυτό, μας επισημαίνει ο ελληνιστής, πρέπει να έχουμε κατά νου πως στην Ευρώπη και την Αμερική, ο κλασικισμός στην αρχιτεκτονική των δημοσίων κτιρίων βρισκόταν σε πλήρη άνθηση τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Hταν οι εποχή που οι κάτοικοι του Εδιμβούργου, φέρ’ ειπείν, άρχισαν να αποκαλούν την πόλη τους «Νέα Αθήνα» ή «Αθήνα του Βορρά».
      » Υπήρχαν σχέδια να κατασκευαστεί ένα αντίγραφο του Παρθενώνα στην κορυφή του Κόλτον Χιλ κοντά στο κέντρο της πόλης· μάλιστα, ο θεμέλιος λίθος τοποθετήθηκε τη χρονιά που ξεκίνησε η Ελληνική Επανάσταση (αν και, σε αντίθεση με την επανάσταση στην Ελλάδα, το συγκεκριμένο έργο έμεινε ημιτελές και το μόνο που το θυμίζει σήμερα είναι η κιονοστοιχία που διαγράφεται στον ορίζοντα του Εδιμβούργου). Το Βασιλικό Λύκειο χτίστηκε σε αρχαιοελληνικό ρυθμό, όπως και η Νέα Εκκλησία του Αγίου Παγκρατίου στη Γιούστον Ρόουντ του Λονδίνου, η οποία ανεγειρόταν από το 1819 ως το 1822 και διαθέτει ένα πιστό αντίγραφο της πρόστασης των Καρυάτιδων του Ερεχθείου της Ακρόπολης των Αθηνών.
      » Περισσότερο από ποτέ άλλοτε, ζωγράφοι, αρχιτέκτονες, ιστορικοί, ποιητές και πολιτικοί φιλόσοφοι στη Βρετανία, την ηπειρωτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ αντλούσαν έμπνευση από την κλασική αρχαιότητα, ιδίως από τα επιτεύγματα της Αθήνας κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα. Aλλωστε εκεί είχε γεννηθεί η ιδέα της δημοκρατικής διακυβέρνησης· όλα τα επαναστατικά συντάγματα των αρχών του 19ου αιώνα αποτελούσαν φόρο τιμής στους αρχαίους προγόνους της δημοκρατικής Αθήνας, καθώς και της ρεπουμπλικανικής Ρώμης».
      Για να καταλάβουμε καλύτερα: Τα χρόνια από το 1776 μέχρι το 1923 αποκαλούνται, από τους διεθνείς ιστορικούς, ως η εποχή των Επαναστάσεων. Η κορύφωσή της ήρθε στις δεκαετίες πριν και μετά το 1800. Oμως διήρκεσε έναν ολόκληρο αιώνα: από την Αμερικανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας (1776) ως τις μεγάλες εθνικές «ενοποιήσεις» της Γερμανίας και της Ιταλίας τη δεκαετία του 1860.
      Κατά τον Ρόντρικ Μπίτον, η Ελληνική Επανάσταση, που ξέσπασε την άνοιξη του 1821, βρίσκεται ακριβώς στο μέσον αυτής της μακράς «Εποχής των επαναστάσεων» και, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, αποτέλεσε το σημείο καμπής της.
      Και κάτι, τελευταίο, κομβικό: οι απανταχού ιστορικοί άργησαν να αναγνωρίσουν τον καίριο ρόλο που έπαιξε η εξέγερση των Ελλήνων. Μήπως κάποιοι (ακόμη και στην ημεδαπή) ακόμη αργούν;